Kategoria:Koine w etymologii
Strony w kategorii „Koine w etymologii”
Poniżej wyświetlono 200 spośród wszystkich 416 stron tej kategorii.
(poprzednia strona) (następna strona)J
M
N
Α
- αβαθής
- αβάφτιστος
- αγαθοσύνη
- αγαπητικός
- αγγελικός
- αγιασμός
- άγουρος
- αδιακρισία
- αδιαφορία
- αδύναμος
- αερομαντεία
- αθεΐα
- αιγυπτιακός
- αιμομιξία
- ακαδημαϊκός
- ακάνθινος
- ακανθόχοιρος
- ακαταληψία
- ακατάπαυστος
- άκλιτος
- ακτίνα
- άλκη
- αλληγορικός
- αμετάκλητος
- αμήν
- αμόνι
- αναβολέας
- Αναγέννηση
- ανάγνωσμα
- αναθεώρηση
- αναξιόπιστος
- ανάρπαστος
- ανατομικός
- αναχωρητής
- ανεμοστρόβιλος
- ανήλικος
- ανοησία
- άνοιγμα
- αντάρτης
- αντιβασιλέας
- αντιβασιλιάς
- αντίχειρας
- αντονομασία
- αποδεκτός
- αποστάτης
- αποφεύγω
- απροσεξία
- αριστοκράτης
- αρχαιολογικός
- αρχαιολόγος
- ασήμαντος
- ατρακτοειδής
- αυλαία
- αυλικός
- αυταδέλφη
- αυταρχία
- αφαιρέτης