Aneks:Język nowogrecki - koniugacja czasownika έχω
Odmiana czasownika έχω edytuj
bezokolicznik | w języku greckim nie istnieje | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|
imiesłów współczesny (μετοχή) | έχοντας | ||||||
imiesłów przymiotnikowy bierny (απαρέμφατο) w czasach złożonych | ---- | ||||||
osoba | pojedyncza | mnoga | |||||
pierwsza | druga | trzecia | pierwsza | druga | trzecia | ||
tryb oznajmujący (οριστική) | εγώ | εσύ | αυτός, αυτή, αυτό | εμείς | εσείς | αυτοί, αυτές, αυτά | |
teraźniejszy (ενεστώτας) | έχω | έχεις | έχει | έχουμε / έχομε | έχετε | έχουν(ε) | |
παρατατικός | είχα | είχες | είχε | είχαμε | είχατε | είχαν(ε) | |
przyszły (μέλλοντας) | θα έχω | θα έχεις | θα έχει | θα έχουμε / έχομε | θα έχετε | θα έχουν(ε) | |
tryb łączący (υποτακτική) | εγώ | εσύ | αυτός, αυτή, αυτό | εμείς | εσείς | αυτοί, αυτές, αυτά | |
teraźniejszy (ενεστώτας) | να έχω | να έχεις | να έχει | να έχουμε / έχομε | να έχετε | να έχουν(ε) | |
tryb rozkazujący (προστακτική) | εγώ | εσύ | αυτός, αυτή, αυτό | εμείς | εσείς | αυτοί, αυτές, αυτά | |
έχε /ας έχεις | ας/να έχει | έχετε / να έχετε | να/ας έχουν |